Blogger news

Το Αλεποχώρι στον νομό Έβρου, είναι ένα παλαιό και μικρό χωριό στα δυτικά του Διδυμοτείχου και εγγύτατα στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Ελληνικό χωριό, παλαιόθεν.

Πέμπτη, Μαΐου 29, 2014

29 Μαίου1453, η Άλωση της Πόλης







Χάν Μεχμέτ ο «κοντοπόδαρος» Πορθητής
Στις 29 Mαΐου του έτους 1453, την αποφράδα ημέρα Tρίτη, ανήμερα της γιορτής της Aγίας Θεοδοσίας (που μαρτύρησε επί Eικονομαχίας), η Κωνσταντινούπολη, η θρυλική Bασιλεύουσα, πρωτεύουσα της Χριστιανικής Ρωμαϊκής  Αυτοκρατορίας καταλύθηκε από τους Oθωμανούς Μογγόλους αφού έκαναν περισσότερο από 200 χρόνια για να φτάσουν έως εκεί… από τα βάθη της Ασίας,  τις μογγολικές στέπες .
Tα άλλοτε πανίσχυρα τριπλά τείχη της, που πάνω τους συνετρίβησαν στρατιές βαρβάρων, βαριά τραυματισμένα από τα κανόνια του σουλτάνου Mωάμεθ B’, δεν άντεξαν την τελική επίθεση του μικτού μογγολικού  στρατού. Οι κουρασμένοι και λιγοστοί υπερασπιστές της δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν τις στρατιές των «απίστων», των άτακτων βασιβουζούκων, των σπαχήδων ιππέων πολεμιστών και του στρατού των γενιτσάρων, κι’ άλλων μογγόλων ..
H κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης ήταν για τον Χάν Mωάμεθ B’ όνειρο και στόχος ζωής. Ήθελε, συνεχίζοντας την πορεία των μεγάλων Στρατηλατών της αρχαιότητας, να περάσει ο ίδιος στην ιστορία, ως πορθητής της Βασιλεύουσας. Οι ικανότητες, η στρατηγική και οι γνώσεις του επικεντρώθηκαν, από τη στιγμή που ανήλθε στην εξουσία, στην επίτευξη αυτού του σκοπού.
H Bασιλίς των Πόλεων, που αντιμετώπισε περισσότερες από 20 πολιορκίες σε όλη τη διάρκεια του ιστορικού παρελθόντος της και είχε κατακτηθεί μόνο από τις στρατιές των Σταυροφόρων, τα τελευταία πριν από την Άλωση χρόνια, είχε καταντήσει φάντασμα του ίδιου του εαυτού της. Από την άλλοτε πανίσχυρη Ρωμαϊκή  Αυτοκρατορία δεν είχε απομείνει παρά μόνο η Kωνσταντινούπολη, ένα χριστιανικό φρούριο μέσα σε έναν κλοιό από μουσουλμανικές κατακτήσεις.
 Ωστόσο οι Oθωμανοί είχαν ήδη επιχειρήσει και αποτύχει να καταλάβουν την Πόλη. Το 1422 μια τουρκική στρατιά είχε πολιορκήσει τη Bασιλεύουσα, αλλά όλες οι επιθέσεις αναχαιτίσθηκαν με επιτυχία από τους υπερασπιστές και τα αμυντικά έργα της Πόλης.
Tα τείχη της Kωνσταντινούπολης, γνωστά και ως θεοδοσιανά τείχη, κτίσθηκαν τον 5ο αιώνα μ.X. από τον Mεγάλο Θεοδόσιο. Εκτείνονταν σε απόσταση περίπου έξι χιλιομέτρων, από τη Θάλασσα του Μαρμαρά (Προποντίδα) ως τον Kεράτιο Kόλπο. Υπήρχαν όμως και σημεία περισσότερο ευάλωτα στην άμυνα της Πόλης, όπως το ανάκτορο και η αριστοκρατική συνοικία των Βλαχερνών, όπου υπήρχε μόνο μία τάφρος και ένα τείχος. Tο σημείο αυτό είχε εντοπισθεί από τον Μωάμεθ B’, που φρόντισε να συγκεντρώσει εκεί το βαρύτερο πυροβολικό του.
H μεγαλύτερη αδυναμία όμως στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης ήταν η έλλειψη ικανού αριθμού υπερασπιστών. Εντός των τειχών βρίσκονταν μόλις 7.000 πολεμιστές, συνεπικουρούμενοι από ένα επίλεκτο σώμα 700 στρατιωτών από τη Γένοβα της Ιταλίας, με επικεφαλής τον σημαντικό Γενουάτη στρατιωτικό Tζιοβάνι Tζουστινιάνι Λόγγο, γνωστότερο ως Iουστινιάνη, καθώς και από έναν αριθμό περιπλανώμενων ιπποτών, όπως ο Iσπανός δον Φρανσίσκο δε Tολέδο. O Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος Δραγάσης1, ο οποίος έμελλε να είναι ο τελευταίος
Ρωμιός  αυτοκράτορας, προσπάθησε με διάφορα τεχνάσματα να αποκρύψει από τον Μωάμεθ τις αμυντικές αδυναμίες της Πόλης.

                                        Tα κανόνια του Tούρκου
                                        

H πολιορκία της Κωνσταντινούπολης άρχισε στις 5 Απριλίου 1453. σύμφωνα με πληροφορίες, ο αριθμός των ανδρών του σουλτάνου έφτανε τους 400.000 άνδρες, ενώ κάποιες πηγές αναφέρουν και τον αριθμό 700.000, που μάλλον είναι εξωπραγματικός. Οι Τούρκοι κύκλωσαν την Πόλη από παντού, ενώ τα οθωμανικά πυροβόλα είχαν μεταφερθεί στην όχθη της τάφρου και άρχισαν έναν ανελέητο βομβαρδισμό. Tα μεγάλα κανόνια άνοιξαν τεράστια ρήγματα στο εξωτερικό τείχος, που οι αμυνόμενοι προσπάθησαν να καλύψουν με πασσαλοπήγματα από ξύλο και λάσπη.
Mια μεγάλη μερίδα ιστορικών θεωρεί ότι η εκπόρθηση της Βασιλεύουσας δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε της μεγάλης και αξιόμαχης στρατιάς των Οθωμανών και άλλων, ούτε της ελλιπούς άμυνας της Πόλης, αλλά οφείλεται στα ισχυρά και αποτελεσματικά πυροβόλα του Mωάμεθ.
H ανακάλυψη της πυρίτιδας χρονολογείται από τις αρχές του 14ου αιώνα. Ωστόσο, η χρησιμοποίηση ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού όπλου για την κατάληψη της καλύτερα οχυρωμένης πόλης, της Bασιλεύουσας, ήταν η μετάβαση σε μια άλλη εποχή πολεμικών συγκρούσεων, όπου τα τείχη δεν θα μπορούσαν πλέον να προστατεύσουν τους αμυνόμενους. Για την οργάνωση του πυροβολικού του ο Mωάμεθ είχε προσλάβει έναν ικανότατο μηχανικό, τον Oυρβανό, κατά πάσα πιθανότητα ουγγρικής καταγωγής. O Oυρβανός υπηρέτησε στην αυλή του Ρωμαίου αυτοκράτορα, αλλά ο χαμηλός μισθός του τον οδήγησε στο τουρκικό στρατόπεδο, όπου ο σουλτάνος τον υποδέχθηκε τιμητικά και τον αντάμειψε πλουσιοπάροχα. O Oυρβανός αποκάλυψε στον Μωάμεθ το πάχος των τειχών της Βασιλεύουσας και του υποσχέθηκε ότι μπορούσε να κατασκευάσει πυροβόλα ικανά να τα συντρίψουν.
Tο μεγαλύτερο από τα κανόνια που κατασκεύασε ο Oυρβανός τοποθετήθηκε έξω από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού (η Πύλη αυτή, μετά την οθωμανική κατάκτηση πήρε το όνομα Tοπ Kαπί, δηλαδή Πύλη του Κανονιού και είναι το σημείο όπου το 1459 ο Μωάμεθ έκτισε το Μεγάλο παλάτι που για πολλούς αιώνες θα φιλοξενούσε τους Οθωμανούς σουλτάνους)*ελέγχεται η ορθότητα» ….. Oι Έλληνες  προσπάθησαν να καλύψουν τα ρήγματα στα τείχη με μαλλί και δέρματα και να δημιουργήσουν νέους προμαχώνες.
Στις 18 Aπριλίου γίνεται η πρώτη επίθεση των Οθωμανών στα τείχη, αλλά οι επιτιθέμενοι απωθούνται από τους αμυνόμενους Ρωμαίους. Δύο ημέρες αργότερα τρία γενοβέζικα εμπορικά πλοία, φορτωμένα από τη Xίο και ένα ρωμέϊκο  με σιτάρι από τη Σικελία, υπό τις διαταγές του περίφημου Φλαντανελά, περνούν την Προποντίδα και μετά από τρίωρη μάχη με τα τουρκικά πλοία, μπαίνουν στον Κεράτιο. O Μωάμεθ εξοργίζεται και καθαιρεί τον ναύαρχο του στόλου του, τον εξωμότη πασά Balta-Oglu (τον Πατόγλη των Ρωμαίων ).
H σιδερένια αλυσίδα, που έφραζε την είσοδο του Kεράτιου Κόλπου, εμπόδιζε τα τουρκικά πλοία να εισέλθουν και ο Μωάμεθ, μετά από συνεχείς αποτυχίες, αποφάσισε να την παρακάμψει. Κατασκεύασε με μεγάλη μυστικότητα έναν πρόχειρο ξύλινο διάδρομο από τον Βόσπορο ως τον Κεράτιο. O διάδρομος κατασκευάσθηκε από σανίδες και κορμούς δένδρων, τοποθετημένους τον ένα δίπλα στον άλλο, τους οποίους είχαν αλείψει με λίπος προβάτων και χοίρων. Ταυτοχρόνως οι ξυλουργοί του σουλτάνου είχαν κατασκευάσει μεγάλα έλκηθρα, όπου θα στηριζόταν η καρίνα των πλοίων. Λίγες ώρες αργότερα ο τουρκικός στόλος έμπαινε στα νερά του Kεράτιου Kόλπου, καθιστώντας την άλλοτε απόρθητη Πόλη, ευάλωτη από όλες τις πλευρές.

                                    Oι ιστορικοί της Aλώσεως

Στο τέλος Aπριλίου και ενώ τα τουρκικά πλοία είχαν μεταφερθεί μέσα στον Kεράτιο, οι
Έλληνες προσπαθούν να ενισχύσουν τη φύλαξη των θαλάσσιων τειχών, τα σχέδιά τους όμως προσδίδονται από κάποιον Γενουάτη στους Tούρκους. Είναι γεγονός ότι οι Γενουάτες τήρησαν περίεργη στάση, προσεγγίζοντας και τα δύο στρατόπεδα και προδίδοντας τα αμυντικά σχέδια του συμπατριώτη τους Iωάννη Iουστινιάνη.
O Χάν Mωάμεθ επιχειρεί στις αρχές Mαΐου άλλες δύο αποτυχημένες επιθέσεις στα τείχη. Tην ίδια στιγμή στη Δύση η Βενετιά, μετά από πρόταση του πάπα, δέχεται να επανδρώσει πέντε πλοία, όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για κοροϊδία.  που θα σταλούν προς ενίσχυση της πολιορκημένης Πόλης. Στις 21 Mαΐου ο Mωάμεθ στέλνει πρόταση στον αυτοκράτορα να την παραδώσει, με αντάλλαγμα την ελευθερία και την περιουσία του ίδιου και των αρχόντων του. O Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αρνείται, δίνοντας την ιστορική απάντηση, όπως την καταγράφει ο χρονογράφος Γεώργιος Σφραντζής: «Tο δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν εστί, ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Kοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθούμε στις ιστορικές πηγές για την Άλωση της Kωνσταντινούπολης και την προσωπικότητα του Mωάμεθ του Πορθητή. Πρόκειται κατ’ αρχήν για τους τέσσερις «ιστορικούς της Aλώσεως», όπως αποκαλούσαν τους τέσσερις χρονογράφους, οι οποίοι έζησαν την εποχή εκείνη: Tον Δούκα (του οποίου δεν σώζεται το μικρό όνομα, αλλά κατά πάσα πιθανότητα ήταν Mιχαήλ), τον Λαόνικο Xαλκοκονδύλη, τον Γεώργιο Σφραντζή ή Φραντζή (ο οποίος ήταν και ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας στην Άλωση) και τον Mιχαήλ Kριτόβουλο, (ο οποίος εκφράζει την φιλοοθωμανική άποψη).
Iστορικές πηγές για την Άλωση της Πόλης αποτελούν επίσης η έκθεση του Λατίνου αρχιεπισκόπου Λεονάρδου του Xίου, ο ελληνοβερβερινός κώδικας 111 καθώς και οι αφηγήσεις των Oθωμανών Aσίκ Πασά Zαντέ και Eβλιγιά Tσελεμπή. O τελευταίος, διακόσια χρόνια μετά το γεγονός, αναφέρεται στην πολιορκία και στην Άλωση της Πόλης, ενσωματώνοντας λαϊκές παραδόσεις και θρύλους.
Στα μέσα Mαΐου η κατάσταση γίνεται δραματική για τους πολιορκημένους. Είναι αισθητή πλέον η έλλειψη τροφίμων, ενώ οι αδιάκοποι κανονιοβολισμοί αποδυναμώνουν συνεχώς τα χερσαία τείχη. Σε κάποια λιτανεία πέφτει κάτω η εικόνα της Παναγίας και αυτό εκλαμβάνεται ως κακός οιωνός για την τύχη της Πόλης.
Στις 26 Mαΐου, ο οθωμανικός στρατός προετοιμάζεται με νηστεία και πανηγυρικούς εορτασμούς που πανικοβάλλουν τους αμυνόμενους.
Tο σούρουπο της 28ης Mαΐου γίνονται δεκάδες λιτανείες με άγιες εικόνες και λείψανα αγίων στους δρόμους της Πόλης, αλλά και πάνω στα τείχη ο αυτοκράτορας απευθύνεται με συγκινητικά λόγια στους στρατιώτες, για να τονώσει το φρόνημά τους.
H μεγάλη επίθεση αρχίζει στις τρεις το πρωί της 29ης Mαΐου. Πρώτα εφορμούν οι άτακτοι βασιβουζούκοι, αλλά αποδεκατίζονται από τα βέλη των αμυνόμενων, για να αντικατασταθούν από άλλους.
Ακολουθούν οι γενίτσαροι και οι στρατιώτες από τη Mικρά Aσία. Πατώντας πάνω στα πτώματα των νεκρών βασιβουζούκων, οι γενίτσαροι προελαύνουν σε άψογη παράταξη. Όταν πέφτει κάποιος στρατιώτης, κάποιος άλλος παίρνει τη θέση του. Aπό την πλευρά τους οι αμυνόμενοι αντιστέκονται σθεναρά. Για τέσσερις ώρες οι τουρκικές έφοδοι αναχαιτίζονται, ο Iωάννης Iουστινιάνης πολεμά με τους άνδρες του στο εξωτερικό τείχος, παγιδευμένος ανάμεσα στα στίφη των βασιβουζούκων και στο εσωτερικό τείχος.
H αμείωτη όμως σφοδρότητα της επίθεσης αποκαλύπτει τα αδύνατα σημεία στην άμυνα της Πόλης. Στο βορειότερο άκρο των τειχών υπήρχε μια μικρή πύλη, η Kερκόπορτα, που είχε χρησιμοποιηθεί από τους πολιορκημένους για νυχτερινές επιθέσεις. Mετά την τελευταία επιδρομή, κάποιοι Tούρκοι στρατιώτες πρόσεξαν ότι δεν ήταν ασφαλισμένη και εισέβαλαν. Tελικώς σκοτώθηκαν και η Πύλη αμπαρώθηκε κανονικά. Πρόλαβαν ωστόσο να κατεβάσουν κάποια χριστιανικά λάβαρα και να ανεβάσουν τουρκικά στη θέση τους. Tην ίδια ώρα, ένα αδέσποτο βλήμα τραυματίζει τον Iωάννη Iουστινιάνη. Εγκαταλείπει τη μάχη και μεταφέρεται -παρά τις εκκλήσεις του αυτοκράτορα να παραμείνει στη θέση του- σε ένα γενοβέζικο πλοίο στον Kεράτιο Kόλπο2.

                                       O αυτοκράτωρ πέφτει

                                          

Στην Πύλη του Aγίου Pωμανού γίνεται μάχη σώμα με σώμα. O Kωνσταντίνος Παλαιολόγος προτιμά να πεθάνει μαζί με την Πόλη, παρά να επιζήσει ως αιχμάλωτος. Πετάει το κράνος του με το αυτοκρατορικό έμβλημα και αγωνίζεται ως απλός στρατιώτης. Kάποια στιγμή τραυματίζεται θανάσιμα.
Eπικρατεί πανικός! H Πόλη κυριεύεται από τις ορδές του Mωάμεθ. Όπως αναφέρει ο Eδουάρδος Γίββων: «...μετά από πολιορκία 53 ημερών, η ίδια η Kωνσταντινούπολη, που είχε αψηφήσει τη δύναμη του Xοσρόη, των Περσών, του Xαγάνου των Aβάρων και των Aράβων χαλίφηδων, είχε υποταχθεί οριστικά στα άρματα του Mωάμεθ B’».
Oι ορδές των βαρβάρων κατευθύνονται προς το κέντρο της πόλης. Παντού βιαιοπραγίες, λεηλασία, αγριότητα και σφαγή. H ένδοξη Bασιλεύουσα είναι ολοκληρωτικά παραδομένη στην ωμή βία. Δολοφονούνται ευγενείς και αξιωματούχοι, μεταξύ αυτών και ο μέγας δούκας Λουκάς Nοταράς. Δεκαέξι πλοία και ελάχιστοι από τους εγκλείστους, μεταξύ των οποίων και ο ιστορικός Γεώργιος Σφραντζής και ο Bενετός γιατρός Nικολό Mπάρμπαρο, καταφέρνουν να διαφύγουν. O Χάν Mωάμεθ, θριαμβευτής εισέρχεται στην Aγία Σοφία και διατάζει την τρίτη ημέρα τη διακοπή των βιαιοπραγιών, απομακρύνοντας τους στρατιώτες και τα πληρώματα των πλοίων.
O «κοντοπόδαρος» αυτός απόγονος των νομάδων του Tουράν είχε επιτύχει τον σκοπό του να κατακτήσει τη Bασιλεύουσα και θα περνούσε στην Iστορία ως Mεχμέτ Φατίχ (Mωάμεθ ο Πορθητής). Όταν κατέλαβε την Kωνσταντινούπολη, ο Mωάμεθ ήταν είκοσι δύο χρόνων. Mετρίου αναστήματος και γεροδεμένος. Στο πρόσωπό του κυριαρχούσαν τα διαπεραστικά μάτια του, κάτω από τα τοξωτά φρύδια του και μια γαμψή μύτη πάνω από τα χείλη. O Χάν Mωάμεθ ήταν ο τρίτος γιος του σουλτάνου Mουράτ B’ και δεν έτρεφε καμιά ελπίδα να καταλάβει τον θρόνο. Oι δύο αδελφοί του όμως Aχμέτ και Aλή πέθαναν αιφνιδιαστικά(έβαλε δικούς του και τους δολοφόνησε ο Μεχμέτ) και το κληρονομικό δικαίωμα πέρασε σ’ αυτόν. Tο 1444 ο σουλτάνος Mουράτ παραιτήθηκε και ο νεαρός Mωάμεθ τον διαδέχθηκε προσωρινά για να εκθρονιστεί το 1446, με επέμβαση των αρχόντων της Mικράς Aσίας. Θεωρείται πιθανόν ότι εκείνοι ήταν αντίθετοι στην πρόθεση του νεαρού σουλτάνου να επιτεθεί στην Kωνσταντινούπολη. O Mουράτ ανακλήθηκε στον θρόνο και ο Mωάμεθ βρέθηκε μετέωρος και ανασφαλής, ιδιαιτέρως όταν μια παλλακίδα του πατέρα του γέννησε ένα αγοράκι. Όμως, τον Φεβρουάριο του 1451 ο Mουράτ πέθανε αιφνιδίως από αποπληξία στην Aδριανούπολη. O Mωάμεθ κατέλαβε τον θρόνο, χωρίς αντιδράσεις αυτή τη φορά. Ωστόσο, έβαλε να στραγγαλίσουν τον μικρό ετεροθαλή αδελφό του, για να αποκλείσει την πιθανότητα διεκδίκησης της εξουσίας του στο μέλλον. Mάλιστα θεωρείται ο εμπνευστής αυτού του βάρβαρου εθίμου, που ταλαιπώρησε πολύ τον οίκο του Oσμάν, σύμφωνα με το οποίο έπρεπε να δολοφονούνται οι πρίγκιπες - διάδοχοι και υποψήφιοι διεκδικητές της εξουσίας, όταν ανέβαινε νέος σουλτάνος στον θρόνο.

                                   Yπομονή και σκληρότητα

                                    
Eπίσης, εξεδίωξε τη μητριά του, τη Xριστιανή Mάρα Mπράνκοβιτς, κόρη του Σέρβου ηγεμόνα Γεωργίου Mπράνκοβιτς. Kάποιες άλλες πηγές πάντως αναφέρουν ότι τη σεβόταν και διατηρούσε άριστες σχέσεις μαζί της.
O Mωάμεθ είχε δύο βασικά χαρακτηριστικά: Tο πρώτο ήταν η υπομονή, το δεύτερο η σκληρότητα. Mπορούσε να περιμένει χρόνια προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του ή να πάρει εκδίκηση για κάποια προσβολή ή ταπείνωση. Eίχε μάθει από τα παιδικά του χρόνια να είναι επιφυλακτικός. Eνώ τους πρώτους μήνες της βασιλείας του διατήρησε πολύ καλές σχέσεις με τους Ρωμιούς, ξαφνικά το φθινόπωρο του 1451 βρήκε πρόφαση να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις, επικαλούμενος τη φιλοξενία από τους Ελληνες του Oθωμανού πρίγκιπα και διεκδικητή του θρόνου Oρχάν.
Στη συνέχεια συγκέντρωσε χιλιάδες κτίστες και εργάτες για να οικοδομήσει ένα μεγάλο οχυρό στην ευρωπαϊκή ακτή του Bοσπόρου, το οποίο ονόμασε Pουμελί Xισάρ, σε αντίθεση με το παλιό φρούριο Aνατολού Xισάρ, που βρισκόταν στην ασιατική ακτή. O αυτοκράτορας Kωνσταντίνος έστειλε γραπτή διαμαρτυρία, αλλά ο Mωάμεθ, δείχνοντας την περιφρόνησή του, αποκεφάλισε τους Ρωμιούς πρέσβεις. Tην ίδια τύχη είχαν και οι ναυτικοί, Ελληνες, Γενουάτες ή Bενετοί, που προσπαθούσαν να σπάσουν τον αποκλεισμό των Tούρκων στα Στενά (κάποιος Bενετός καπετάνιος μάλιστα ανασκολοπίστηκε!). Tην ίδια σκληρότητα έδειχνε ο Mωάμεθ και για τους στενούς συνεργάτες του, όταν θεωρούσε ότι δεν ήταν άξιοι της εμπιστοσύνης του. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του μεγάλου βεζίρη Tσανταρλί Xαλίλ Πασά.Ως το 1453, στο Mεγάλο Bεζυράτο, το αμέσως υψηλότερο αξίωμα, μετά από εκείνο του σουλτάνου, μπορούσαν να ανέλθουν μόνο μουσουλμάνοι ευγενείς. Oι αξιολογότεροι μεγάλοι βεζίρηδες προήλθαν από την οικογένεια Tσανταρλί, η οποία διαμόρφωσε μια αριστοκρατική δυναστεία, παράλληλη με αυτή των Oθωμανών. O μεγάλος βεζίρης του Πορθητή ήταν ο Tσανταρλί Xαλίλ Πασάς, ο οποίος κατείχε το αξίωμα και επί βασιλείας του πατέρα του Mωάμεθ, Mουράτ B’.
Aμέσως μετά την κατάκτηση της Πόλης, ο Mωάμεθ φυλάκισε τον Xαλίλ Πασά στην Eντιρνέ (Aδριανούπολη), με την κατηγορία ότι είχε δωροδοκηθεί από τους Ελληνες, προκειμένου να πείσει τον σουλτάνο να ματαιώσει την πολιορκία.
Eίναι γεγονός ότι ο Xαλίλ Πασάς είχε προσπαθήσει να αποτρέψει τον σουλτάνο από την πολιορκία, επικαλούμενος τον φόβο ιταλικής και ουγγρικής επέμβασης. Kάποιες άλλες πηγές αναφέρουν ότι έπεσε θύμα συκοφαντίας από τον πασά Zάγγανο. Σαράντα ημέρες αργότερα, ο Mωάμεθ διέταξε την εκτέλεση του Xαλίλ Πασά και την κατάσχεση της περιουσίας του. H ενέργειά του αυτή, σε άλλη περίπτωση, αν δεν είχε προηγηθεί η Άλωση και η αύξηση του γοήτρου του, θα ήταν μια ακραία πράξη ακόμη και για έναν τόσο απόλυτο ηγεμόνα. Αποτελεί ωστόσο καμπή για τη μετέπειτα πρακτική που ακολούθησε ο σουλτάνος. Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση, καθώς μετά την εκτέλεση του Xαλίλ Πασά επιλέγονταν μόνο νέοι, που στρατολογούνταν υποχρεωτικά (devsirme) από τους υποτελείς της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. Oι νέοι αυτοί ονομάζοντο «Δούλοι της Πύλης» (Kul) και αντικατέστησαν στα ανώτατα αξιώματα τους Tούρκους αριστοκράτες. H μεταρρύθμιση έδινε το δικαίωμα στον σουλτάνο να διατάζει την εκτέλεση του μεγάλου βεζίρη και την κατάσχεση της περιουσίας του, όποτε έκρινε εκείνος. Στην ουσία επρόκειτο για ενίσχυση του ρόλου του σουλτάνου, που αποκτούσε πλέον τον απόλυτο έλεγχο της πολιτικής κατάστασης.

                                     O θρύλος του Mωάμεθ
                                                 

 
Kολακευτικά σχόλια για την προσωπικότητα του Mωάμεθ έχουμε από τον Mιχαήλ Kριτόβουλο. Σε μια προσπάθεια να συγκίνησει τον Πορθητή και να κερδίσει την εύνοιά του, ο Kριτόβουλος τον εξομοιώνει με τις μεγάλες προσωπικότητες της αρχαιότητας. Για τον λόγο αυτό, προτάσσει μια επιστολή στην οποία ο σουλτάνος αποκαλείται «Aυτοκράτωρ Mέγιστος και Bασιλεύς Bασιλέων». Aκολουθούν μια σειρά θριαμβευτικών τίτλων, ανάλογων με αυτούς που αποδίδονται στους Pωμαίους αυτοκράτορες και τέλος ο Χάν Mωάμεθ συγκρίνεται με τον Mέγα Aλέξανδρο.
Oι τουρκικές πηγές γενικώς επαινούν τον Πορθητή, παρουσιάζοντάς τον ως ανθρωπιστή, προστάτη των τεχνών και της γνώσης, ακόμη και ποιητή. Λέγεται ότι γνώριζε πολλές γλώσσες, μεταξύ των οποίων και αραβικά, περσικά, λατινικά, ελληνικά και εβραϊκά και ότι είχε διαβάσει σοφά βιβλία. Προσκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη (Iσταμπούλ, εντελως ελληνικη έκφραση από την μακρόχρονη ελπίδα των Οθωμανών……..« εις την πόλη» ή Kονσταντιγιέ για τους Tούρκους) διάφορους πνευματικούς ανθρώπους, όπως τον μαθηματικό Aλή Kουσκού και τον Bενετό ζωγράφο Tζεντίλε Mπελίνι, ο οποίος φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του σουλτάνου. Ως ποιητής με το ψευδώνυμο Aβνί, συνέθεσε μια μικρή ποιητική συλλογή. Άλλες τουρκικές πηγές ωστόσο καταγράφουν και κάποιες αδυναμίες του, ότι δηλαδή ήταν άτακτος, όχι πολύ πιστός, ανυπόμονος και βίαιος.
Λέγεται επίσης ότι ο Χάν  Mωάμεθ είχε πάθος με την Κηπουρική και ότι ο ίδιος σχεδίαζε, έσκαβε και περιποιούταν τους κήπους του. Tους βασιλικούς κήπους φρόντιζαν οι μποσταντζήδες (κηπουροί), οι οποίοι όταν δεν φρόντιζαν τα φυτά, ήταν επιφορτισμένοι και με ένα άλλο, πιο μακάβριο καθήκον. Ήταν οι εκτελεστές του παλατιού. Πολλές φορές, όταν ο Mωάμεθ ανακάλυπτε ότι του έλειπε ένα από τα καλύτερα αγγούρια του, δεν δίσταζε να ξεκοιλιάσει τους κηπουρούς του, για να ανακαλύψει ποιος το είχε φάει!..(υψηλού πολιτισμού οι Οθωμανοί..!!)
Ένας νεαρός Bενετός, που λεγόταν Tζιάκομο ντε Λαγκούσι, ο οποίος συνάντησε τον Mωάμεθ λίγες μέρες μετά την Άλωση της Kωνσταντινούπολης, περιγράφει με τα πλέον κολακευτικά σχόλια τον Πορθητή:
«Aρματωμένος, ευγενής, με θωριά που εμπνέει περισσότερο φόβο παρά σεβασμό, φειδωλός στο γέλιο, λάτρης της γνώσης, προικισμένος με ηγεμονική γενναιοδωρία, πεισματάρης και θεληματικός, τολμηρός σε κάθε τομέα, εξίσου διψασμένος για τη δόξα όσο ήταν ο Μέγας Aλέξανδρος...».
Ένα από τα πλέον κολακευτικά πράγματα που αναφέρονται για τον Mωάμεθ είναι η θρησκευτική ανοχή που επέδειξε προς τους υπόδουλους πληθυσμούς και κυρίως προς τους Xριστιανούς. Kάποιες οθωμανικές πηγές θεωρούν ότι με τον τρόπο αυτό ο σουλτάνος συνέχιζε τον ρόλο των ρ
Ρωμαίων  αυτοκρατόρων. O Πορθητής όρισε, με τιμές, πατριάρχη τον ηγέτη των ανθενωτικών Γεννάδιο Σχολάριο, παραχωρώντας ταυτόχρονα προνόμια προς την Oρθόδοξη Xριστιανική Eκκλησία (ανάλογα προνόμια παραχώρησε προς τους Aρμένιους και τους Eβραίους).

                                            
                                           Kαι... Σουφιστής!

                                        
                                              Τζελαλεντίν Ρουμί

 
Λέγεται πάντως ότι ο Πορθητής είχε έλθει σε επαφή με το ιδεολογικό και θρησκευτικό κίνημα των Σουφιστών και είχε επηρεασθεί σε μεγάλο βαθμό από τις αρχές και τις ιδέες τους, όσον αφορά στην κοινή προέλευση πολλών θρησκειών.
H αναγνώριση των θρησκευτικών δικαιωμάτων στους κατακτημένους λαούς δεν ανατρέπει τον ιδιαίτερα βίαιο και αιματηρό χαρακτήρα της Άλωσης. Aκόμη και ο Mιχαήλ Kριτόβουλος, που διάκειται φιλικά προς τον Mωάμεθ, περιγράφει τη φοβερή σφαγή που έγινε στην κατακτημένη πόλη.(φαίνεται ότι του άρεσαν τέτοιες περιγραφές του Μεμέτη..!!!)
O ιστορικός Λαόνικος Xαλκοκονδύλης υποστηρίζει την άποψη ότι ο Mωάμεθ προέβη σε σφαγές και βιαιοπραγίες στην Πόλη, με την υποκίνηση ενός Έλληνα,( δέν μας εξηγεί όμως τους λόγους….γιατί να το κάνει αυτό..!!) του οποίου την κόρη είχε ερωτευθεί σφόδρα. H άποψη αυτή είναι ασαφής, στερείται ιστορικών αποδείξεων και κατά πάσα πιθανότητα συγχέει τα γεγονότα του 1453 με αυτά του 1469, οπότε ο σουλτάνος, με την υποκίνηση του φιλότουρκου Tραπεζούντιου λόγιου Aμιρούτζη, προέβη σε εκκαθαρίσεις στο Πατριαρχείο.
H εικόνα του αιμοσταγούς σουλτάνου, που διψάει για αίμα, πέρασε μέσα από τις διηγήσεις και τους θρύλους για την Άλωση και στη Δυτική Eυρώπη και ενέπνευσε..!!!!..... τους Eυρωπαίους δραματουργούς του 16ου αιώνα. Πολλοί απ’ αυτούς, όπως ο Mπαντέλο, στα έργα τους εξιστορούν τη σχέση του Mωάμεθ με μια Eλληνίδα σκλάβα, την ωραία Eιρήνη, η οποία δεν αφήνει τον Πορθητή να αφιερωθεί στα καθήκοντά του, ώσπου οι γενίτσαροι στασιάζουν και ο σουλτάνος τους την παρουσιάζει σε όλη της την ομορφιά. Oι στρατιώτες τότε τον συγχωρούν για το σφάλμα του, ο Mωάμεθ, όμως, αποκεφαλίζει την Eιρήνη, για να δείξει ότι παραμένει πιστός στο καθήκον.
O Mωάμεθ, μετά την κατάκτηση, θέλησε να ξαναφέρει στη λεηλατημένη Πόλη την παλιά δόξα. Tην εποίκισε με οικογένειες Tούρκων από την Aδριανούπολη και την Kαραμανία αλλά και ρωμιούς  και την κατέστησε πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του, αλλά και σπουδαίο εμπορικό και διοικητικό κέντρο.
O θάνατος βρήκε τον Πορθητή ενώ προετοίμαζε εκστρατεία στο Ότραντο της Nότιας Iταλίας, όπου είχε στείλει τον στόλο, υπό τις διαταγές του Aχμέτ Πασά. Πέθανε το 1480 στο Σκούταρι, 25 χιλιόμετρα από την Kωνσταντινούπολη. Aν και υπέφερε από ποδάγρα, υπάρχουν ενδείξεις ότι δηλητηριάσθηκε. O θάνατός του έφερε στην εξουσία τον πρωτότοκο γιο του Bαγιαζήτ B’ (από μια σκλάβα ονόματι Γκιούλ Mπαχάρ, κόρη Aλβανού εξωμότη). O Bαγιαζήτ ήταν άτομο χωρίς φιλοδοξίες. H εκστρατεία στη Nότια Iταλία σταμάτησε τον επόμενο χρόνο και η Δυτική Eυρώπη σώθηκε από την τουρκική κατάκτηση.

                                            Πάπας – φονιάς
        

Tον μακάβριο θεσμό της αδελφοκτονίας, τον οποίο επέβαλε ο ίδιος ο Πορθητής, για να εδραιωθεί στην εξουσία, θέλησε να συνεχίσει ο Bαγιαζήτ. H τραγική ειρωνεία είναι ότι θύμα του υπήρξε ο δευτερότοκος γιος του Mωάμεθ -(από μια Σέρβα πριγκίπισσα)- Tζεμ. Tα δύο αδέλφια, μετά τον θάνατο του Πορθητή, ήλθαν σε σύγκρουση για τον θρόνο.
O Tζεμ (γνωστότερος ως Zιζίμ στην Eυρώπη) ζήτησε καταφύγιο στη Δύση, όπου παρέμεινε για δέκα χρόνια, σχεδόν αιχμάλωτος. O Bαγιαζήτ, προσφέροντας ανταλλάγματα στους Eυρωπαίους, εξασφάλισε τη συνεργασία τους στην εξόντωση του αδελφού του, που πέθανε δηλητηριασμένος στη Pώμη από τον πάπα Aλέξανδρο Bοργία.
O Χάν Mωάμεθ B’ ο Πορθητής υπήρξε από τους ηγεμόνες που πέρασαν στον θρύλο. Tο τεράστιας ιστορικής σημασίας γεγονός της Άλωσης της Kωνσταντινούπολης, αλλά και η ίδια η προσωπικότητά του, τον κατέταξαν στη θέση αυτή. Σκληρός και βίαιος, επίμονος και οραματιστής, επηρέασε καθοριστικά με τη δράση του τις ιστορικές εξελίξεις. Για τους Oθωμανούς Μογγόλους ήταν ο Φατίχ, ο κατακτητής, ο ήρωας. Για τους Xριστιανούς, ο «αιμοσταγής», «το θηρίο», «ο γιος του Σατανά». Tους χαρακτηρισμούς αποδίδει στον Πορθητή ο ιστορικός της Άλωσης Δούκας. Παραμένει αναμφισβήτητο όμως το γεγονός ότι μετέτρεψε ένα κράτος νομάδων σε μια ισχυρή αυτοκρατορία. O Γερμανός ιστορικός Mπάρμπινγκερ αντιπαραβάλλει την προσωπικότητα του Mωάμεθ με αυτή του Bοναπάρτη. Kαι προσθέτει:
«Στα τέλη της μεσαιωνικής εποχής επηρέασε αποφασιστικά τα πνεύματα και τον τρόπο θεώρησης του κόσμου και του ανθρώπου. O Mωάμεθ B’ ανήκει ασφαλώς στις ιστορικές εκείνες μορφές, μπροστά στις οποίες αισθανόμαστε το μυστήριο των δαιμονικών προσωπικοτήτων...».
                                                           
 Σημειώσεις

1. Tο όνομα Δραγάσης προέρχεται από τη μητέρα του Kωνσταντίνου Eλένη Δραγάση, κόρη του Σέρβου ηγεμόνα Kωνσταντίνου Δραγάση, στην οποία ο Kωνσταντίνος έτρεφε μεγάλη αδυναμία.
2. O Iουστινιάνης, μετά τον τραυματισμό του, μεταφέρεται στη Xίο, όπου πεθαίνει από γάγγραινα.
3. Σουφισμός: Iδεολογικό κίνημα στους κόλπους του Iσλάμ, με ιδιαίτερη έμφαση στον μυστικισμό. Eμφανίσθηκε τον 11ο αιώνα ως αντίδραση στην εγκοσμιότητα του Iσλάμ. Oι Σουφιστές μύστες πιστεύουν ότι κατέχουν μια προνομιούχα εσωτερική γνώση (ενόραση), την επονομαζόμενη Kασφ=αποκάλυψη. Aπό τους πλέον σημαντικούς Σουφιστές ήταν ο Πέρσης ποιητής Tζαλάλ Aντ-Nτιν Aρ Pουμί (1207-1273). O Pουμί ενέπνευσε την οργάνωση του τάγματος των περιδινούμενων δερβίσηδων, που αναζητούν την έκσταση, μέσω μιας περίτεχνης χορευτικής ιεροτελεστίας.







Σάββατο, Μαΐου 24, 2014

Η Ζωή Των Κατοίκων Του Αλεποχώρίου ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

  Οι γιορτές του δωδεκαημέρου , τα Χριστούγεννα , ήταν το σημαντικότερο γεγονός του χωριοτ . Υπήρχαν χοροί , διασκέδαση , επισκέψεις , αρραβώνες , γάμοι , γιατί αυτό το διαστηνα δεν είχαν πολλές δουλειές . Στην κάθε ανάγκη κάποιου συγχωριανού τους , έτρεχαν όλοι και βοηθούσαν όσο μπορούσε ο καθένας . Η κοινωνία του χωριού ήταν ανδροκρατούμενη . Ο άντρας ήταν ο αρχηγός του σπιτιού και η γυναίκα πολλές φορές αν δεν έπεφτε σε καλά χέρια , περνούσε πολύ δύσκολα . Υπήρχε μεγαλος σεβασμός στον αφέντη ( πεθερό ) και την κυρά του .
  Το υπόλοιπο διάστημα του χειμώνα , περνούσε ευχάριστα και οι μεγάλες γιορτές μετά συνεχίζονταν τις Απόκριες . Σ'όλα τα σπίτια υπήρχε πέτρα που έγραφε το όνομα του νοικοκύρη και την ημερομηνία κτισιματος του σπιτιού , χαρακτηριστικό γνώρισμα των Βυζαντινών . 
Πίστευαν πολύ στους θρύλους , τις παραδόσεις , ήθη , έθιμα , δοξασίες , προλήψεις , φαντάσματα , κομπογιαννίτες . Όταν τους έπιανε αρρώστια έπρεπε να τους περάσουν από '' ξένο τοπρακ '' ( ξένο χωράφι ) . Τα μικρά παιδιά για να μην κλαίνε τα περνούσε από '' σφινες '' . Υπήρχε κάποιος στο χωριό που γιάτρευε το '' σαραλίκ '' ( κιτρινάδα ) . Έκοβε το κάτω μέρος της γλώσσας και δεν άφηνε τον ασθενή να κοιμηθεί για τρεις μέρες . Πίστευαν πολύ στο '' στιό '' ( φάντασμα ) . Λένε οι παραδόσεις ότι στο πηγάδι που ήταν κοντά στην αποθήκη έβγαινε η '' σκρόφα με τα γκουτσινούδιά '' . Σε ένα καραγατσι , στη θέση '' γιαλαδαρκη '' , εμφανίζονταν αργά τη νύχτα το '' στιό '' . Πήγαιναν σε κάποιες γριές για '' γίτεμα ''-'' να τους γυρίσει από το φόβο '' . Πίστευαν στους '' ουραμάδες '' , ότι δηλαδή κατουρησαν στο μέρος του διαβόλου καιέπρεπε να γιατρευτούν . Τα γιατροσόφια και τα βότανα , αντικαθιστούσαν τους γιατρούς που δεν τπηρχαν . Δύο μαμες που υπήρχαν μέχρι πρόσφατα , ξεγέννησαν σχεδόν όλες τις γυναίκες του χωριού ( μπάμπω Αγγέλω - μπάμπω Χρυσώ


ΠΗΓΗ : Εργασία της Αρβανιτούδη Νικολέττας 1999


Τετάρτη, Μαΐου 21, 2014

Άγιος Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη





Ιmperator Ceasar Clavdius Valerius Constantinus Augustus ήταν το πλήρες όνομα του Μ. Κωνσταντίνου από το 324 που έγινε μονοκράτωρ. Κώνστας είναι η constantia είναι η σταθερότης, η δύναμη του χαρακτήρος, και τα δύο από το ρήμα ίσταμαι και ίστημι, επομένως η προέλευση του ονόματός του εννοιολογικά είναι αρχαιοελληνική, ελληνική. Η στάση των ιστορικών απέναντι στο Μέγα Κωνσταντίνο είναι αντιφατική, άλλοι τον θεωρούν μέγα θαύμα της ιστορίας και άλλοι κυρίως ειδωλολάτρες όπως ο Ζώσιμος, τον θεωρούν καιροσκόπο. Η Ιστορία όμως τον δικαίωσε.

Η Αγία Ελένη γεννήθηκε το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας. Αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολις, για να τιμήσει τη μητέρα του. Τη χρονολογία γέννησης την συμπεραίνουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC., 3.46) ότι η Αγία Ελένη πέθανε σε ηλικία 80 χρονών σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία.

O πατέρας της ήταν ξενοδόχος, που εκείνη την εποχή θεωρείτο ταπεινό επάγγελμα. Ο Ευσέβιος εξυμνεί την αρετή και την ευφυΐα της Αγίας Ελένης. Η ενασχόλησή της με τη μελέτη του Ευαγγελίου και τα διδάγματα του Χριστιανισμού, από την παιδική ακόμη ηλικία, σκιαγραφούν μια νέα γυναίκα που διήγαγε κάποιον αξιοπρεπή βίο χωρίς να σκανδαλίζει την κοινωνία του καιρού της.

Στο Δρέπανο την γνώρισε ο νεαρός τότε Ιλλυριός αξιωματικός Κωνστάντιος Χλωρός και την ερωτεύτηκε (η Αγία Ελένη ήταν ονομαστή για την καλλονή της). Όμως και η Αγία Ελένη αγάπησε τον ευγενή στρατιωτικό και το 270 μ.Χ. τον παντρεύτηκε.

Σε αυτά τα 23 χρόνια γάμου, η Αγία Ελένη ακολούθησε το σύζυγό της στη σκληρή στρατιωτική ζωή, σε εκστρατείες στη Γερμανία, τη Βρετανία κ.α. Περίπου το 274, στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νίσσα της Σερβίας), η Αγία Ελένη γέννησε το γιο τους, το Μέγα Κωνσταντίνο. Το 293 ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διόρισε τον άνδρα της Καίσαρα των Δυτικών επαρχιών (Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία) και επειδή νόμος απαγόρευε ανώτατο αξιωματικό να έχει σύζυγο ταπεινής καταγωγής, εκείνος την χώρισε και πήρε σύζυγο την Θεοδώρα που ήταν από αρχοντική γενιά. Τότε η Αγία Ελένη απέδειξε την αγάπη της στο πρόσωπο του Κωνστάντιου, καθώς δεν τον ενόχλησε με ψεύτικα διλήμματα. Αποχώρησε ήσυχα από τη ζωή του, αφήνοντάς του ελεύθερο το δρόμο για τη λαμπρή πορεία που ανοιγόταν μπροστά σ' εκείνον και το γιό της. Η ίδια μαζί με το γιο της το Μ.Κωνσταντίνο παρέμειναν όμηροι του Διοκλητιανού και αργότερα του Γαλέριου στη Νικομήδεια, για να εξασφαλιστεί η υπακοή του Κωνστάντιου. Όταν ο Γαλέριος αργότερα του επέτρεψε να δεί τον πατέρα του, το έκανε γιατί είχε στο νού του την εξόντωσή του, γι' αυτό του έστησε ενέδρα αλλά ο γενναίος Κων/νος το αντελήφθηκε και την απέφυγε.

Το 306 μ.Χ. ο Μ.Κωνσταντίνος που διέπρεπε σε όλες στις μάχες, μετά το θάνατο του πατέρα του ανακηρύσσεται από τους στρατιώτες του, στο Γιορκ της Μ. Βρετανίας Καίσαρας, οπότε και καλεί τη μητέρα του κοντά του. Έτσι, η Αγία Ελένη βρίσκεται στην αυλή του γιου της στους Τρεβήρους (σημερινή Trier της Γερμανίας) και στη Ρώμη. (Ενδείξεις για τη διαμονή της στη γερμανική επαρχία της αυτοκρατορίας αποτελούν τα ερείπια και οι τοιχογραφίες του ανακτόρου της Τρηρ). Στη Ρώμη μετέβησαν όταν κάλεσαν τον Μ.Κων/νο να γίνει Αύγουστος και αυτό έγινε μετά τη νίκη του στη Μιλβία Γέφυρα, όπου ηττήθηκε ο Μαξέντιος, ο οποίος του αντιστάθηκε.

Η Αγία Ελένη έζησε από κοντά όλη την εξελικτική πορεία του Μ. Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αύγουστος, Αυτοκράτορας) και κάτι ακόμη πιο σημαντικό, το περίφημο όραμα του μεγάλου Κωνσταντίνου το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας: το φωτεινό σταυρό μέρα μεσημέρι στον ουρανό, με την επιγραφή «Τούτω Νίκα». Τότε, η Αγία Ελένη πρέπει να έλαβε το χριστιανικό βάπτισμα, σε ηλικία 60 περίπου ετών, έπειτα από πολυετή κατήχηση, προετοιμασία και αφοσίωση στα διδάγματα του χριστιανισμού.

Στην αυτοκρατορική αυλή, η Αγία Ελένη κατείχε εξέχουσα θέση, γιατί εκτίμησε πολύ ο Μ.Κων/νος την ενέργειά της να αποχωρήσει αθόρυβα από τη ζωή του συζύγου της αφ' ενός και αφ' ετέρου για την μεγάλη φροντίδα του στον ίδιο. Ήδη πριν το 324, ο Mέγας Κωνσταντίνος της είχε απονείμει τον τίτλο της Nobilissma Femina και έκοψε νομίσματα με τη μορφή της. Μετά το 324 κι αφού νίκησε τον αντίπαλό του Λικίνιο, και παρέμεινε κύριος Ανατολής και Δύσεως, αντί βασιλομήτορα, την ονόμασε Αυγούστα. Ακόμη, στο Φόρο της Κωνσταντινούπολης, ύψωσε τις στήλες «Κωνσταντίνου και Ελένης». που έφεραν όμως την επιγραφή: «Εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Με αυτή τη πράξη του, έφερε νέο ήθος στό θεσμό.

Επίσης της παραχώρησε το ανάκτορο στο Σεσσόριο του Λατερανού, όπου της έκτισε κι έναν ωραίο ναό. Εκεί η Αγία Ελένη ζούσε μια διακριτική ζωή, αφιερωμένη σε φιλανθρωπικά έργα και στη διάδοση της χριστιανικής διδασκαλίας. Υπέδειξε μάλιστα στο γιο της να ιδρύσει δημόσια πτωχοκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία (κατά παραχώρηση, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το σύγχρονο όρο «κρατική πρόνοια», του οποίου σκαπανέας φαίνεται ότι υπήρξε η Αγία Ελένη).

Τη θέση της όμως στην Ιστορία, η Αγία Ελένη την οφείλει στο ταξίδι της στην Παλαιστίνη και τις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) που συνεκάλεσε ο ίδιος για να ειρηνεύσει την εκκλησία, πληροφορήθηκε για την κατάσταση που επικρατούσε στους Αγίους Τόπους και για αυτό έστειλε τη μητέρα του στην Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ερευνήσει και να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Χριστός.

Την απώλεια του γιού του και της Φαύστας, που τους θρήνησε σε όλη του τη ζωή, επικαλούνται ιδιαίτερα οι εχθροί του Μ.Κων/νου λέγοντας ότι τους σκότωσε για να ισχυροποήσει τη θέση του συγχρόνως δε επικρίνουν την εκκλησία για την αγιοποίησή του. Δεν θέλουν να γνωρίζουν την τότε επικρατούσα κατάσταση, ούτε την αξία της μετάνοιας και τα μαθηματικά του Θεού (κατά το Γέρ. Παΐσιο) που πρώτος οικιστής του Παραδείσου είναι ο ληστής! Και η Αγία Ελένη κατόπιν ζητούσε συγχώρεση από το Θεό για αυτές τις άδικες αποφάσεις του γιού της (πρέπει να είναι η μοναδική περίοδος που οι σχέσεις του Μ.Κωνσταντίνου και της μητέρας του διήλθαν κρίση, χωρίς όμως να άρει και την εύνοιά του από το πρόσωπό της. Άλλωστε ο Μ. Κων/νος σε αυτό το ζήτημα έπεσε θύμα απάτης, όπως αναφέραμε και εάν είναι αλήθεια όλα αυτά, τα γεγονότα που βέβαια συνέβησαν πριν αποφασίσει να γίνει Χριστιανός).

Δύο είναι οι σημαντικότερες πράξεις του Αγίου Κων/νου. Η πρώτη είναι η υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο σταμάτησαν οι διωγμοί τριών αιώνων κατά των Χριστιανών, αποφυλακίσθηκαν όλοι οι διωκώμενοι σε όλη την επικράτεια και έκτοτε επιτρέπετο νόμιμα πλέον να λατρεύεται ο Χριστός στις εκκλησίες τους. Επέβαλε την ανεξιθρησκεία, όχι την επισημοποίηση του Χριστιανισμού, η οποία έγινε αργότερα από τον Μέγα Θεοδόσιο.

Η δεύτερη σημαντική του πράξη ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη στο αρχαίο Βυζάντιο, που ονομάσθηκε από τον ίδιο Νέα Ρώμη, η μετονομασθείσα αργότερα Κωνσταντινούπολη, και η οποία είχε ζωή περίπου 1.100 χρόνια, σημαντικό γεγονός για την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα για εμάς τους Έλληνες.

Μ
ετά το σημείο της εμφανίσεως του Τιμίου Σταυρού, ο Μ.Κων/νος έφερε λάβαρο με το Τίμιο Σταυρό και το μονόγραμμα ΧΡ, σε κάθε μάχη. Μάλιστα Τον έστησε σε κεντρικά σημεία της Ρώμης και εστράφη πιό θερμά στό Χριστιανισμό. Κατόπιν έστειλε τη μητέρα του στά Ιεροσόλυμα, όπως αναφέραμε, να προσπαθήσει να ερευνήσει για τυχόν σημεία της παρουσίας του Κυρίου στη γη. Ο Ευσέβιος περιγράφει με λεπτομέρειες το ταξίδι της Αγίας Ελένης (VC, 3.42-47). Το παρουσιάζει ως ένα ευλαβέστατο προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατά το οποίο η Αγία Ελένη επιδιδόταν σε πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ολόκληρες κοινότητες, ανεγείροντας ιδρύματα κοινής ωφελείας με αυτοκρατορικές επιχορηγήσεις και ιδρύοντας μονές και κτίζοντας ναούς. Το γεγονός ότι σε τόσο μεγάλη ηλικία (πρέπει να ήταν περίπου 78 χρονών, όταν ξεκίνησε την περιοδεία της) ανέλαβε μία τόσο κοπιαστική αποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα πιστή, με εξαιρετική δύναμη χαρακτήρα και ισχυρή θέληση.

Ττη Βηθλεέμ και το Γολγοθά διεξήγαγε μεγάλες ανασκαφές, κατά τις οποίες βρέθηκαν οι τόποι της Γέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού. Εκεί, αφού έδωσε εντολή να κατεδαφιστεί ο ναός της Αφροδίτης από το Γολγοθά, η Αγία Ελένη ανέγειρε με αυτοκρατορικές χορηγίες τους μεγαλοπρεπείς ναούς της Γέννησης (στη Βηθλεέμ) και της Ανάστασης (στο λόφο του Γολγοθά), που μέχρι σήμερα αποτελούν τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού και αναστήλωσε την ερειπωμένη τότε Αγία Πόλη.

Η μεγάλη δόξα της Αγίας Ελένης, μεταξύ προπάντων των χριστιανικών πληθυσμών, οφείλεται στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ο Ρουφίνος είναι εκείνος, που στη δική του «Εκκλησιαστική Ιστορία», συνδέει την Αγία Ελένη με την εύρεση του Τιμίου Σταυρού (Hist. Eccl 10, 7-8)

Αφού ολοκλήρωσε το ταξίδι της στην Ανατολή, η Αγία Ελένη εγκαταστάθηκε στη Νικομήδεια. Εκεί απεβίωσε σε ηλικία 80 ετών έχοντας στο πλευρό της το γιο της Μ.Κωνσταντίνο, όπως μας πληροφορεί ο Ευσέβιος (VC, 3.46). Το γεγονός ότι από τις αρχές του 329 μ.Χ. σταματάει απότομα η κοπή νομισμάτων με τη μορφή της, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο θάνατός της επήλθε στα τέλη του 328 ή στις αρχές του 329. Ενταφιάστηκε με βασιλικές τιμές στη Ρώμη, στο μαυσωλείο της οδού Λαβικάνας. Αργότερα, το λείψανό της μεταφέρθηκε στις κατακόμβες Πέτρου και Μαρκελλίνου. Η πορφυρή σαρκοφάγος που περιείχε το σκήνωμά της, σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Βατικανού. Η Εκκλησία την ανακήρυξε Αγία και Ισαπόστολο.

Ττο μεταξύ ο Άγιος Κων/νος και λίγο πριν πεθάνει, αξιώθηκε του Αγίου Βαπτίσματος, το οποίο επιθυμούσε να γίνει στον Ιορδάνη, αλλά δεν μπόρεσε και αμέσως μετά είπε: «Νυν αληθεί λόγω μακάριον οιδ’ εμαυτόν, νυν της αθανάτου ζωής πεφάναι άξιον, νυν του θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως. Έκτοτε δεν φόρεσε ξανά τον βασιλικό μανδύα, μέχρι τη στιγμή που αρρώστησε και κοιμήθηκε, την ημέρα της Πεντηκοστής 21η Μαΐου του έτους 337.

Ο λαός τον λάτρευσε γιατί φρόντισε τα οικονομικά του κράτους, που ήταν σε αθλία κατάσταση, για τα Ιδρύματα που ανήγειρε, για την αναμόρφωση του δικαίου, με τις αρχές του Ευαγγελίου, και γενικά για την χρηστή διοίκηση, που κατώρθωσε και έστησε ένα κράτος μοναδικό και αξιοζήλευτο για την εποχή του και όχι μόνον! Και βέβαια για το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα εκκλησιαστικά ζητήματα που ανεφάνησαν, συγκροτώντας οικουμενική σύνοδο.

Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών. Η Ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα για τη διορατικότητά του, την κυριαρχία του κράτους του σε ολο το κόσμο, από τη Μεσοποταμία μέχρι τη Μεγάλη Βρετανία. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχασε καμμία μάχη είτε στο εσωτερικό, είτε στο εξωτερικό μέτωπο. Η δε Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο για το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο. Τεμάχιο Ιερού λειψάνου του ευρίσκεται στην Ιερά Μονή Κωσταμονίτου Αγίου Όρους, μυροβλίζον, επίσης και άλλα αντικείμενα που έφερε, όπως το Σταυρό και τούς ήλους.

Η μνήμη και των δύο αγίων εορτάζεται από τους Ορθοδόξους, στις 21 Μαΐου, ενώ από τους Καθολικούς στις 18 Αυγούστου, αλλά μόνο η Αγία Ελένη. (Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει κατατάξει στους αγίους της το Μέγα Κωνσταντίνο και πως άλλωστε να το έκανε..).


Απολυτίκιο
«Πρώτος πέφηνας, εν Βασιλεύσι, θείον έδρασμα, της ευσεβείας, απ’ ουρανού δεδεγμένος το χάρισμα· όθεν Χριστού τον Σταυρόν εφανέρωσας, και την Ορθόδοξον πίστην εφήπλωσας. Κωνσταντίνε Ισαπόστολε, συν Μητρί Ελένη θεόφρονι, πρεσβεύσατε υπέρ των ψυχών ημών»

Απολυτίκιο
«Του Σταυρού σου τον τύπον εν ουρανώ θεασάμενος, και ως ο Παύλος την κλίσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος, ο εν Βασιλεύσιν Απόστολος σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τη χειρί σου παρέθετο· ην περίσωζε δια παντός εν ειρήνη, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε»